μεταξύ

μεταξύ
1. επίρρ.
1) между, посредине;

μεταξύ Χίου και Μυτιλήνης — между Хиосом и Митиленой;

μεταξύ της τρίτης και της τετάρτης πρωινής ώρας — или μεταξύ τρείς και τέσσερες το πρωΐ — между тремя и четырьмя часами утра;

2) между, среди;

τον διέκρινα μεταξύ των διαδηλωτών — я его заметил среди демонстрантов;

§ μεταξύ των άλλων — между прочим;

μεταξύ ζωής και τάφου ( — или θανάτου) — между жизнью и смертью;

μεταξύ σφύρας και άκμονος — между молотом и наковальней;

μεταξύ δυό πυρών — между двух огней;

μεταξύ φίλων — среди друзей;

μεταξύ μας (σας, των, τους) — между нами (вами, ними);

υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των — между ними большая разница;

τρώγονται μεταξύ τους — они грызутся между собой;

αυτό να μείνει μεταξύ μας, παρακαλώ — я прошу вас, чтобы это осталось между нами;

διακανονίστηκαν ( — или ρυθμίστηκαν) οι μεταξύ μας διαφορές — наши разногласия урегулированы;

μεταξύ δύο κακών το μη χείρον βέλτιστον — погов, из двух зол выбирают меньшее;

2. επίθ. άκλ. ;

ο μεταξύ χρόνος — промежуток времени;

3. (τό ) εν τω μεταξύ — или σ' αυτό το μεταξύ — между тем, пока это происходило;

στο μεταξύ — а) в промежутке (о времени); — б) между тем, тем временем


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Полезное


Смотреть что такое "μεταξύ" в других словарях:

  • μεταξύ — in the midst indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεταξύ — (ΑΜ μεταξύ, Α και μετοξύ) επίρρ. 1. (με άρθρ. ή χωρίς άρθρ.) μεταξύ ή το μεταξύ α) (τοπικά) στο μέσο, στη μέση, ανάμεσα («οὐδέ καρπὸν ἐδηλήσαντ , ἐπεὶ ἦ... μεταξὺ οὔρεά τε σκιόεντα θάλασσά τε ἠχήεσσα», Ομ. Ιλ.) β) ανάμεσα σε δύο χρονικά σημεία 2 …   Dictionary of Greek

  • μεταξύ — επίρρ. τοπ., ανάμεσα, αναμεταξύ: Μεταξύ των καλεσμένων υπήρχαν και αρκετοί πολιτικοί …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μεταξὺ ἄκμονος καὶ τῆς σφύρας. — См. Между молотом и наковальней …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Πολλὰ μεταξὺ πέλει κύλικος καὶ χείλεος ἄκρου. — См. Не хвали пива в сусле …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»